Η λίστα ιστολογίων μου

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

Η ΛΙΜΝΗ, Ο ΚΗΠΟΣ ΚΑΙ Η ΑΠΩΛΕΙΑ/ ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ/ ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ

Η ποιήτρια αναζητά τον εξαγνισμό της μνήμης της, ωραιοποιώντας την, και την πραγματική αγάπη και τον έρωτα, πνίγεται μέσα στο στατικό, τετριμμένο και ραγισμένο παρόν, το οποίο βυθίζει στην κενότητα τη ζωή της, θλίβεται για την απώλεια τού παρελθόντος, σκορπώντας μια γλυκόπικρη θαλπωρή και ευαισθησία, και εκφράζεται είτε μέσα από τη μυθολογική αλληγορία (π. χ «Πηνελόπη» σελ25, «Περσεφόνη» σελ26), αξιοποιώντας κάποτε τα παραμύθια (π. χ «Ο κοιμισμένος πρίγκιπας» σελ14), είτε καταφεύγοντας σε ιδιότητες υλικών (π. χ «ζυμάρι» σελ9, «χαρτί» σελ13), που αποτελούν πρώτη ύλη μεταφορών, είτε χρησιμοποιώντας εμμονές και συνήθειες οικείων προσώπων της, με αλληγορική, μυθοποιητική και εικονοπλαστική μορφή (π. χ «ο μπαμπάς μου φορούσε πάντα αδιάβροχο/ και κρατούσε μια γκρίζα ομπρέλα για τον ήλιο,/ αγαπούσε γυναίκες κι όλο έφευγε,» σελ7), που σχηματοποιούνται σαν διακριτές ιδιαιτερότητες και μνημονικά στοιχεία. Ο έρωτας έχει τη μορφή σαρωτικού πάθους και της πλήρης παραδόσεως, είναι συγκλονιστικός και φλογερός, ενώ έντονη είναι και η δύναμή του ως «απώλεια» ή ως «αναμονή», καθώς η έλλειψη του τον τονίζει μέσω της λαχτάρας και της μελαγχολικής θλίψης.

Η ποίηση της, κατά βάση, είναι προσωπική και συναισθηματική, αναφέρεται στα εσωτερικά της βιώματα, τη θλίψη, την απογοήτευση και τις ελπίδες της. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι δεν ταυτίζεται με τον αναγνώστη, ο οποίος έχει πιθανόν βιώσει ανάλογες καταστάσεις, η «εισχωρεί» στον προσωπικό της κόσμο, απολαμβάνοντάς τον και βιώνοντας τα συναισθήματά του.

Η ποιήτρια δια-σκεδάζει τον πόνο της, μέσω της νοσταλγίας, της τρυφερής της ματιάς και της αγάπης («σου υπόσχομαι λευκό ατόφιο πόνο» «Πήτερ Παν» σελ30), ενώ συνήθως καταλήγει σε ματαιοπονία και αυταπάτη. Πολλές φορές μας δίνει την αίσθηση ότι θέλει να ζήσει μες στο παραμύθι («ζω μέσα στην κοιλιά μιας φάλαινας που κλαίει» σελ31 «Πινόκιο») και γι’ αυτό το ποίημα αποτελεί μια διέξοδο βιώματος και έκφρασης, μια και ο συναισθηματισμός του, είναι σαρωτικός, επιβλητικός και κάποτε καταβλητικός.

Μέσα από τα παραμύθια αντλεί συναισθήματα, πάθος, πόνο, θλίψη, χαρά, αγάπη και διδαχές, με στιγμές-στιγμιότυπα, μεγεθημένα ποιητικά, να κινούνται στην αχλύ του μύθου, να ταυτίζονται με καταστάσεις, γυρίζοντάς μας στην τρυφερή παιδικότητα και αγνότητα, που μας εξιλεώνει από το φθαρμένο κόσμο μας.

Ταξιδεύει στο παρελθόν, στην παιδική της ηλικία, στην οικογενειακή θαλπωρή, και εκφράζει γλυκιά νοσταλγία και θλίψη για την απώλεια της παιδικής της αγνότητας. Τα ποιήματά της είναι πλημμυρισμένα με πάθος, έρωτα και νοσταλγία και είναι γραμμένα σε κατάσταση γλυκιάς σαγήνης. Ζητά τον έρωτα να τη λυτρώσει από τη μοναξιά, να την κάνει να αγαπήσει τους άλλους , τη ζωή και τον εαυτό της. Η νιότη, οι ελπίδες και η ομορφιά του παρελθόντος, παρέρχονται και μένουν μόνο ως γλυκές μνήμες.

Η Χλόη Κουτσουμπέλη «απαλύνει» την πραγματικότητα, ντύνοντάς την με μεταφορές και αλληγορίες, δίνοντάς της μια ονειρική αισθητική διάσταση, μετατοπίζοντας την σε έναν ποιητικό λυρικό κόσμο, καθώς οι μνήμες επιστρέφουν θλιμμένες μα και υπόκωφα νοσταλγικές.

Ξεκινώντας από τον εαυτό της ή το άμεσο περιβάλλον της και στη συνέχεια γενικεύοντας, προσπαθεί να δώσει μια καθολικότητα στις πράξεις, στους χαρακτήρες και τα συναισθήματα, χρησιμοποιώντας τον ξεχωριστό αισθητικό και φορτισμένο τρόπο της και δημιουργώντας μια ονειρική μαγεία (π. χ «Γυναίκα ψάρι», σελ23). Κάποτε βέβαια παραμένει στην αυτοανάλυση τού εσωτερικού της κόσμου ή των δικών της, εμποτίζοντας τα ποιήματα με θλίψη και νοσταλγία και τολμώντας να αγγίξει παλιές πληγές («Η οικογένειά μου», σελ7).

Ένας χαρακτηριστικός τρόπος γραφής της, είναι ο διαρκής προσδιορισμός των υποκειμένων, ενεργειών ή των ιδιοτήτων τους, μέσω κυρίως μεταφορικών και αλληγορικών χαρακτηρισμών, είτε με την άμεση αναφορά τους ως ουσιαστικά (π. χ «Ο μπαμπάς μου φορούσε πάντα αδιάβροχο» σελ7), είτε με τη χρήση προσωπικών αντωνυμιών (π. χ «Αυτή είχε μικρούς καθρέφτες νάρκισσους» σελ42). Αυτή η μέθοδος καθιστά την ποίησή της, κυρίως, «ποίηση αναφορών και προσδιορισμών» και σε μεγάλο βαθμό προσωποποιημένη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το υποκείμενο είναι πάντα κάποιο υπαρκτό πρόσωπο, αλλά μπορεί να υπόκεινται σε ηθελημένη γενικότητα (π. χ «Όλοι οι μνηστήρες φορούν την ίδια μάσκα» σελ25).

Με τη συλλογή της Χλόης Κουτσουμπέλη ο αναγνώστης γνωρίζει έντονα πάθη και νιώθει να παρασύρεται από τον χείμαρρο των συναισθημάτων και των εικόνων της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου