Η λίστα ιστολογίων μου

Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

Κοιτώντας μέσα από το πρίσμα των "πιστεύω" Πεζά κείμενα/ Νίκος Καρούζος/ Ίκαρος 1998, 2010


  Ο Νίκος Καρούζος γράφει με γνώμονα το "υψηλό", μιας μορφής ιδεαλιστικό πρότυπο, μια υπέρβαση προς μια ανώτερη φύση, θεία ή ανθρώπινα θεία. Ο λόγος του είναι συμπυκνωμένος και όχι επεξηγηματικός, κάποτε μην αγγίζοντας το συγκεκριμένο, επηρεασμένος σαφώς από την ποιητική του ιδιότητα και από το γεγονός ότι συχνά αναφέρεται στο άφατο, μια και τα επιστημονικά τεκμήρια είναι εκεί ανίσχυρα και οι δογματικές παραδοχές και μερικές φορές το μυστηριακό στοιχείο κάνουν αισθητή την παρουσία τους.
   Παρουσιάζει ιδεολογικό πάθος γραφής, μαχητικό πνεύμα και κάποτε δηκτικό ύφος, χωρίς φανατισμό, αλλά άλλοτε με ανατρεπτική, άλλοτε με υποστηρικτική οπτική. Διαθέτει νεύρο, ενδεικτικό ότι ζει παθιασμένα τη ζωή και τις θέσεις του. Ακόμα και ο τρόπος που έζησε φανερώνει μια ανυποχώρητη στάση, αντικομφορμισμό, προσήλωση στην πνευματική ανάπτυξη και πίστη στην ιδεολογία του. Κρατήθηκε μακριά από κάθε είδος ιδιοκτησίας και μέχρι τον θάνατό του έμεινε σε ένα μικρό νοικιασμένο διαμέρισμα με λίγα χρήματα, εναρμονίζοντας ιδεολογία και ζωή.
   Είναι σαφές ότι το πάθος των θέσεών του εκκινείται από μια ειλικρινή τιμιότητα απέναντι στις ιδέες του, που τις υπερασπίζεται επιχειρηματολογώντας. Άλλωστε αρκετά από τα κείμενά του έχουν δημοσιευτεί  σε εφημερίδες, κάποτε με δοκιμιακό ύφος, που εξυπηρετούν μια τέτοια γλαφυρή και συχνά μαχητική αντιμετώπιση των θεμάτων του, καθώς συχνά καταπιάνεται με φλέγοντα ζητήματα της εποχής μας ή και γενικότερα.
(..."δεν επιβάλλεται", το λέει ο γιατρός η Κτητικότατα, φτάνει να 'χουμε κάποιαν ιδεολογία, να κρατούμε στα χέρια μας κάποιο μπουκέτο "κοινωνικών ιδανικών", έρημοι χωριστά σαν άνθρωποι όσο και στη χώνεψη, φτάνει να 'χουμε το "μαζί" μιας άψυχη δημοκρατίας κι ακόμη περισσότερο μιας απνευμάτιστης "λαοκρατίας", το "μαζί" των πόλεμων και των συρράξεων κάθε μορφής και θηριωδίας.../ σελ.150)
   Η θρησκεία τον διαποτίζει, αλλά όχι με παγιωμένη μορφή. Αποτελεί υπόστρωμα εξερεύνησης, κριτικής και προβληματισμού. Φυσικά, όπως και κάθε θρησκευόμενος, δεν έμεινε μακριά από τις δογματικές παραδοχές, αλλά παρουσιάζει την τάση να προσπαθεί να εκλογικεύσει, άλλοτε να ερμηνεύσει συναισθηματικά, όσο μπορεί περισσότερο, τα θρησκευτικά θέματα και, το σημαντικότερο, να τα προσαρμόσει στην πράξη κάνοντάς τα να λειτουργούν ως οπτική των όντων.
   Ο ανταγωνισμός της υλικότητας και της πνευματικότητας, που υποβόσκει στην χριστιανική θρησκεία, έρχεται να ισορροπήσει στην τέχνη του, τονίζοντας την αναγκαιότητα και των δυο φύσεων που βιώνει η ύπαρξη. "Υποστασική η σχέση του Σκιαθίτη (του Παπαδιαμάντη) με την Ορθοδοξία." (σελ.99), ανάλογη και η σχέση του Καρούζου. Έτσι αναλύοντας στα λογοτεχνικά δοκίμιά του ταυτοχρόνως αυτοαναλύεται. Αρκετές φορές μοιάζει σαν να προσπαθεί να ενοποιήσει τη θεολογική παράδοση θρησκειών και φιλοσοφικών ρευμάτων σε μια οπτική πνευματικότητας, αγάπης και απαγκίστρωσης από την "εμπράγματη δίψα" (σελ.106) -αυτό το τελευταίο μοιάζει πολύ βουδιστικό. Είναι σα να μας τονίζει έμμεσα ότι η αλήθεια είναι μια μα οι εκφάνσεις της πολλές. Έτσι καταφεύγει στον Λάο Τσε (σελ.109), στον Heidegger (σελ.104), στον Αριστοτέλη (σελ.108) και σε πλήθος άλλους, συνδέοντάς τους με τον Χριστιανισμό, που είναι ο κεντρικός άξονάς του, βρίσκοντας ερείσματα στην παγκόσμια και ελληνική λογοτεχνία, όπως στον Baudelaire (σελ.107) και στον Παπαδιαμάντη (σελ.97). Σύμφυτος με τους λογοτέχνες και την αρχαία κληρονομιά της χώρας μας, το πιστοποιεί άμεσα στα πεζά του, για να το αποδώσει στα ποίηματά του.
   Εκεί εντάσσονται τα κείμενά του για τον Φώτη Κόντογλου (σελ.186), τον Γεώργο Θεοτοκά (σελ.183), τον Άγγελο Σικελιανό (σελ.240), τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη (σελ.116) και τόσα άλλα. Σε αυτά βλέπουμε να δίνει πολύ μεγάλη σημασία στο χαρακτήρα και το ήθος, γι' αυτό αξιοποιεί προσωπικές επιστολές, βιογραφίες και αρκετές μαρτυρίες. Ο συνταιριασμός αυτών με το αντίστοιχο έργο των συγγραφέων συνήθως λαμβάνει χώρα (π.χ. σελ.186) και κάποτε παραμένει στο επίπεδο της επικαιρικής ενημέρωσης (π.χ. σελ.173, 183).
   Αξιολογεί μεγάλες προσωπικότητες, όπως ο Καβάφης, ο Παλαμάς και ο Καζαντζάκης και δε διστάζει να αποκαλύψει ελλείμματα τους, όπως η -κατά τη γνώμη του- υπερτίμηση του τρίτου (σελ.173) και η μερική κριτική αστοχία του δεύτερου (σελ.276). Κάποτε μάλιστα νομίζω ότι επηρεάζεται από τις προσωπικές ιδεολογικές και θρησκευτικές του αντιλήψεις και αυτό που συνήθως σε τέτοια μεγέθη είναι καλυμμένο και έμμεσο εδώ είναι απρόσμενα ευθύβολο. Εκεί εντάσσεται το πως αντιμετωπίζει την "πνευματική υλικότητα" και την "εκλαΐκευση των προτύπων" του Νίκου Καζαντζάκη, κατακρίνοντάς τον και αμφισβητώντας την πατρότητα κάποιων υπαρξιακών θέσεών του (σελ. 173-179). Θέλω να παρατηρήσω ότι στο "παγκόσμιο πνεύμα" υπάρχουν πλήθος εκφάνσεις θέσεων, συχνά και παραπλήσιες, που προκύπτουν από τα ανάλογα βιώματα, αλλά σε κάθε περίπτωση παίρνουν τη δική τους μορφή και το ιδιαίτερο νόημά τους.
   Όπως και ο ίδιος λέει[1] δεν επιθυμεί να γίνει κριτικός λογοτεχνίας -αν και εντούτοις εκφράζει και αξιολογικές και τεχνοτροπικές απόψεις-, αλλά κατά βάση αποδίδει αισθητικά και συχνά ιδεολογικά τους συγγραφείς και τα έργα τα οποία καταπιάνεται.
   Είναι, ας πούμε, καλλιτεχνικο-συναισθηματικός εκφραστής της αύρας των λογοτεχνών, γι' αυτό συχνά ο λόγος του γίνεται έντονα μεταφορικός και όχι αρκετά επεξηγηματικός, αλλά πυκνός, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, αναφέρει βιογραφικά στοιχεία χαρακτήρων και συμβάντα.
   Κάνει δοκιμιακή ερμηνεία των θεμάτων του, αλλά η προσέγγισή του είναι συνήθως αισθητική και διαισθητική, αφήνοντας βαθμούς και αναβαθμούς ελευθερίας και συλλήψεως, με έντονο φιλοσοφικό και θεολογικό στοχασμό. Το αξιοπρόσεκτο είναι ότι αυτό δεν γίνεται με τη χρήση ασάφειας, αλλά με την καθοριστική επέμβαση της αισθητικής πάνω στη λογική και τα επιχειρήματα. Αυτά που διαβάζουμε έτσι δεν τα κατανοούμε απλώς, αλλά τα νοιώθουμε κατανοώντας τα, δρώντας περισσότερο με την ιδιότητα του λογοτέχνη και λιγότερο του επιστήμονα, πατώντας και στα δυο ποτάμια.
   "Τώρα βρίσκομαι στην υπαρκτικήν απόλαυση που προκαλεί η Σωκρατική Συσπείρωση στο μέσα κόσμο, στον ακλόνητο πυθμένα της αλήθειας ή Δροσερό Σημείο, που δέχεται κι αναπτύσσει τη βίωση: Χρέος απ' την Ατομικότητα, την αναφλεγόμενη, προς το Πρόσωπο χιονισμένο μέσα του. Τι πιότερο να ζητήσουμε σ' αυτή την οικουμένη... Τύχη και θάνατος απαλείφονται στο δακρύβρεχτο σύνολο της Ορατότητας. Μα ωστόσο βρίσκομαι ταυτόχρονα σ' έναν περίγυρο που κλείδωσε τη σκέψη στα νεφρά και στη γεύση, παραδόθηκε στην επάρατη ταχύτητα, που μ' αλλοφροσύνη κατεδαφίζει και προσπερνά τις αέναες αποκαλύψεις της Αργής Ουσίας του Χρόνου. Δε σεβόμαστε χάραμα, δε σεβόμαστε νύχτα, τις άδολες παραλίες που θλίβονται και τ' άμοιρα βουνά τα παραπονεμένα, σκουπιδόψυχοι δίχως Έλεγχο, που κύρηξε σ' αυτά τα χώματα ο δοξασμένος χίπι ο Σωκράτης, με όση γαλήνη στο αίμα του, το υπεριστορικό και αναμάρτητο.... Ένα σκότος αλύπητο καλύπτει τα οχτάωρα, την ανάπαυση, τον έρωτα, σ' όλο το πλάτος της Παρουσίας. Ένα σκότος ακατάσχετο γοργοτυλίγει τη θαυμαστή χαράδρα του πνεύματος: τη σωματικότητα. Εμείς προτείνουμε την Αλήθεια στην Πραγματικότητα, η ίδια η Πραγματικότητα είναι κωφάλαλη, Κ' η Αλήθεια που προτείνουμε σήμερα δεν ταιριάζει στην καρδιά μας." (σελ. 149, "Οι πυλώνες του μέλλοντος και το φρικτό ημίωρο").
 Όπως συχνά συμβαίνει στους ποιητές εξάρει την καλλιτεχνική, ψυχολογική, εκφραστική και την άμεσα πρακτική αξία της ποιήσεως, συγκρίνοντάς την με άλλες δραστηριότητες του πνεύματος (σελ.307), ενώ το περιεχόμενο του βιβλίου είναι κατά βάση υπαρξιακό.
   Συνοψίζοντας, λογοτεχνικά δοκίμια, φιλοσοφικές πραγματείες -ή έστω με τέτοια πνοή-, κριτικές προσεγγίσεις και σχόλια είναι τα πεζά κείμενα του Νίκου Καρούζου, που ακολουθώντας τη ρότα των ποιημάτων του προσπαθούν να ξαφνιάσουν, να ερεθίσουν και να εγείρουν και δεν είναι ουδέτερα.

Γρηγόρης Τεχλεμετζής



Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Εμβόλιμον 71-72 Άνοιξη-Καλοκαίρι 2014


[1] «Βέβαια, δεν είναι στο δικό μου τρόπο να γίνω κριτικός και να πιάσω και εγώ να λέω ο Λιάπκιν και ο Γιούγκερμαν, αυτά τα πολυδιαβασμένα μυθιστορήματα του συγγραφέα της αλησμόνητης Χίμαιρας, κι ό,τι άλλο απ’ τη γνήσια πεζογραφία του.», σελ.258, Μιχάλης Καραγάτσης. (Πρόκειται για λάθος αντί του ορθού Μ. Καραγάτσης, που μάλλον αφορά το όνομα Μίτια των Αδελφών Καραμαζώφ).