Η λίστα ιστολογίων μου

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009

Η ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΩΝ/ ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ/ ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ

Ο «πλούσιος» κόσμος του Τόλη Νικηφόρου

Ο Τόλης Νικηφόρου αγαπά τη ζωή και τις μικρές και μεγάλες απολαύσεις της και βρίσκει διαρκώς διεξόδους και ενδιαφέρον σε διαφορετικά πράγματα, βλέποντας διαρκώς γύρω του έναν κόσμο συναρπαστικό και αξιόλογο -με τα δευτερόλεπτα να κυλούν «αποτρόπαια ως γοητευτικά» (σελ 160)-, που τον μαγεύει, αλλά η αίγλη των όντων φαίνεται να είναι παροδική και όλα αντικαθίστανται διαρκώς με καινούργιους αναζωογονητικούς ερεθισμούς. Ένα όμως από τα σταθερά σημεία στη ζωή του είναι η σύντροφός του, που χωρίς αυτή, ο αφηγητής θα έμοιαζε σαν «φτερό στον άνεμο».

Ο βαθύς προσωπικός τόνος του συγγραφέα δεσπόζει στη βιωματική αφήγησή του και μας κάνει να τον αισθανόμασται σα δικό μας άνθρωπο. Έτσι φαίνεται ότι γνώρισε μια ζωή πλούσια σε εμπειρίες, όπως λέει και ο ίδιος (σελ 212), η οποία τον καλλιέργησε και τον δίδαξε και διακατέχεται από τις σταθερές αξίες τής αγάπης, της φιλίας, πρόσκαιρης ή μη, της συναδελφικότητας, του ανθρωπισμού και της δημοκρατίας. Όλες αυτές τις εμπειρίες και τις σκέψεις του μας τις μεταφέρει στο βιβλίο του, παίρνοντας ταυτόχρονα θέση πάνω στα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα, ευθέως και χωρίς περιττές περιφορές. Έτσι μας ταξιδεύει, είτε χρησιμοποιώντας τη φαντασία, είτε με την άμεση αφήγησή του, σε πλήθος τόπους συνήθειες και συμπεριφορές, συναρπάζοντας με την ποικιλία των περιγραφών, ικανοποιώντας την περιέργειά μας και τη δίψα μας για μάθηση, η οποία μάλιστα καλλιεργείται και επεκτείνεται από το ίδιο το έργο, ενώ άλλοτε αποδίδει τα συναισθήματα και τις ιδιαιτερότητες διαφόρων ανθρώπων. Έτσι γίνεται ψυχογραφικός, με τη διαρκή ανάλυση της ζωής και της συμπεριφοράς διαφόρων περιφερειακών του προσώπων, λιγότερο ή περισσότερο κοντινών, σκιαγραφώντας μας ένα μωσαϊκό της κοινωνικής πραγματικότητας, της Αγγλίας, της Θεσσαλονίκης και γενικότερα της Ελλάδας της δεκαετίας του εβδομήντα.

Το Λονδίνο από πόλη πρωτόγνωρα μαγική, που υπόσχεται τη λύτρωση από την ανοησία και την καταπίεση της χούντας, μετά από μια περίοδο ανέχειας και ανοχής, η οποία όμως δεν εμποδίζει τη διασκέδαση και την απόλαυση μέσα από τα απλά καθημερινά πράγματα, όπως μια βόλτα σε ένα καταπράσινο πάρκο ή την παρατήρηση συμπεριφορών και ενδιαφερόντων των συνανθρώπων του, μεταλλάσσεται σταδιακά σε κορεσμό και απέχθεια και συμβάλλει στη γέννηση της ασυγκράτητης νοσταλγίας για την Ελλάδα και τα οικεία συγγενικά του πρόσωπα. Μέσα από αυτήν την αφήγησή του θίγονται επίσης και τα προβλήματα της μοναξιάς της σύγχρονης κοινωνίας του Λονδίνου, που τόσο μας θυμίζουν τη σημερινή Ελλάδα. Μετά μας «προσγειώνει» στην Ελλάδα της επιστράτευσης, με έναν ελληνικό στρατό σε αποδιοργάνωση και προχειρότητα, που περιμένει μια πιθανή εμπλοκή με την Τουρκία και οι δύσκολες και αγχώδεις εκείνες καταστάσεις οδηγούν τους ανθρώπους σε συναδέλφωση και διαχρονική φιλία. Στη συνέχεια έρχεται η μεταπολίτευση της ρεμούλας. Ο αφηγητής βρίσκει διέξοδο απόλαυσης στο χαρτί και με αφορμή αυτό μας περιγράφει το φάσμα των θαμώνων ενός καφενέ, με την χαρτοπαιξία ως απαραίτητη εκτόνωση από τη μονοτονία της καθημερινής εργασίας, καθώς μικρή σημασία έχει το κέρδος και μεγαλύτερη η απόλαυση του παιχνιδιού, ενώ μέσω αυτής εκφράζεται και ο χαρακτήρας των παιχτών ή έστω κάποιες ενδείξεις γι’ αυτόν.

Μέσα από τα μάτια του Τόλη Νικηφόρου παρατηρούμε τον κόσμο με βλέμμα ευαίσθητο μα και ασυμβίβαστο και διεισδυτικό, που αρνείται τη στασιμότητα και σιχαίνεται την ατιμία και την υποκρισία και σαρκάζει έντονα τη «λογική» και τα «ιδανικά» της χούντας.

Υπό ένα άλλο πλάνο, η ανία και το άγχος της καθημερινής υπαλληλικής εργασίας φαίνεται να καταπνίγει κάθε ελεύθερη έκφραση, κάτω από την ανάγκη του βιοπορισμού και να οδηγεί τον αφηγητή σε έναν ανούσιο ρόλο, σε αντιπαράθεση με αυτό που πραγματικά θα ήθελε να κάνει. Αντίδραση σε αυτά είναι η τέχνη, η συγγραφή στην προκειμένη περίπτωση, και όσα αυτή προάγει. Όπως εύστοχα και με δόσεις ποιητικής διάθεσης -μη ξεχνάμε ότι ο συγγραφέας είναι και ποιητής- περιγράφει στη σελίδα 116 «Τρέφομαι με τη λάμψη στο βλέμμα των παιδιών, φορτίζομαι όπως ο χαλαζίας από το φως που εκπέμπουν. Ξέρετε είμαι ένας εφευρέτης, ανακαλύπτω κάθε στιγμή πώς θα ’πρεπε να είναι η ζωή, είμαι ένας νοσοκόμος που μεταγγίζει την ουτοπία στις φλέβες σας και σηκώνεστε άλλος άνθρωπος απ’ το κρεβάτι, απ’ το γραφείο, από την καθημερινή ηλεκτρική καρέκλα.»

Υπάρχουν στιγμές που ο σαρκασμός και η ειρωνεία παντρεύεται με ένα χαμηλότονο υπόκωφο περιπαιχτικό χιούμορ, που σπάει απότομα τη σοβαρότητα και που στιγμιαία γίνεται εντονότερο. Οι διαρκείς επαινιγμοί και οι σύντομες αναφορές, αποδίδουν πλήθος πραγμάτων σε λίγες μόνο αράδες και οδηγούν σε παραπέρα προβληματισμούς, συμπεράσματα και υποθέσεις, ενώ δίνονται συχνά έμμεσες πληροφορίες μέσα από διαλόγους ή παράπλευρες αφηγήσεις, για παράδειγμα για τον τόπο για το χρόνο αφήγησης ή για τις συνθήκες που επικρατούν.

Συνολικά έτσι παρακολουθούμε ένα βιβλίο με ποίκιλες αποχρώσεις, συναισθηματικές, ιδεολογικές και ψυχαγωγικές, που κερδίζει την συμπάθεια και το ενδιαφέρον μας.

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Πάροδος" τεύχος 29,στα πλαίσια του αφιερώματος στον Τόλη Νικηφόρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου